. Allergopedia

Αναφυλαξία-Ε΄ΜΕΡΟΣ

Χριστόπουλος Ευθύμιος
Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Αθήνα
Χρυσοβέργης Άρης
Ωτορινολαρυγγολόγος ,Αθήνα
Χρηστίδης Θωμάς
Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ΩΡΛ Αλλεργία, Εναλλακτική Ιατρική, Ομοιοπαθητική, Συμπληρωματική Ιατρική και Ολιστική Ιατρική
Χλοψίδης Πασχάλης
Ωτορινολαρυγγολόγος, Βόλος
Χατζάκης Ιωάννης
Ωτορινολαρυγγολόγος, Ηράκλειο, Κρήτη
Τσιτηρίδης Ιωάννης
Ωτορινολαρυγγολόγος, Επιμελητής Α΄, Γεν. Νοσοκομείο Λάρισας

Συνέχεια από το Δ΄ΜΕΡΟΣ

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΠΙΜΟΝΗΣ ΥΠΟΤΑΣΗΣ

Αρχική θεραπεία:
Ενδοφλέβια υγρά
1 L κάθε 20-30 λεπτά ή όοο χρειάζεται.


Ενδοφλεβίως επινεφρίνη
1 ml από το διάλυμα 1:1000 σε 500 ml D5W, με ρυθμό έγχυσης 0,5-5 μg/min (16).

Δευτερογενής θεραπεία:


Ενδοφλεβίως νορεπινεφρίνη
5 mg σε ένα L D5W με ρυθμό έγχυσης 2-12 μg/min.
Ενδοφλεβίως ντοπαμίνη
2-10 μg/min.

δ. Χορηγείται οξυγόνο με ρινικό καθετήρα υπό τεχνητή αναπνοή (4-6 L/min).


ε. Αναπνευστική ανεπάρκεια μπορεί να προκληθεί από απόφραξη των αεραγωγών (έλξη της γλώσσας προς τα πίσω και λαρυγγικόν οίδημα). Ένας μερικά αποφραγμένος αεραγωγός αναγνωρίζεται από τα εξής:


1) Θορυβώδης και εργώδης αναπνοή,

2) Χρησιμοποίηση των επικουρικών μυών της αναπνοής,

3) Εισολκή των μεσοπλευρίων διαστημάτων, των υπερκλειδίων και υπερστερνικού βόθρου,

4) Παράδοξη αναπνοή, 5) Κυάνωση.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΠΙΜΟΝΗΣ ΔΥΣΠΝ0ΙΑΣ

Χορήγηση οξυγόνου (5 L/min) με ρινικό καθετήρα.

Οίδημα λάρυγγα: 10-20 εισπνοές επινεφρίνης (Medihaler). Διασωλήνωση τραχείας ή κρικοθυρεοειδοτομία.  Βρογχόσπασμος: Εισπνοές ενός β2 αγωνιστού. Λήψη μέτρων αντιμετώπισης ασθματικής κατάστασης.


Μετά από τα παραπάνω πρέπει να διατηρηθούν οι αεροφόρες οδοί ανοιχτές, κάνοντας διασωλήνωση της τραχείας (Εικ. 3-8) ή κρικοθυρεοειδοτομία (Εικ. 9-16) ή τραχειοστομία. Χορηγείται οξυγόνο (4 L/min). Αν δεν υπάρχει εμπειρία με τις παραπάνω τεχνικές, τότε εισάγεται δια του δέρματος και του κρικοθυρεοειδούς υμένα μια βελόνη No. 13 ή ένας πλαστικός καθετήρας (σκληρός No. 13) ή το τροκάρ και μέσω αυτού χορηγείται υπό πίεση οξυγόνο 100% (Εικ. 13-16).

 

Μερικές φορές ακόμη και η τραχειοστομία αδυνατεί να λύσει το πρόβλημα της απόφραξης των αεραγωγών, γιατί το οίδημα του βλεννογόνου είναι έντονο και εκτεταμένο, προς τα κάτω στην τραχεία και τους μείζονες βρόγχους. 

 

Παρατηρώντας τον ασθενή αξιολογείται η κατάσταση της συνείδησης του, η εμφάνιση του δέρματος του, οι βλεννογόνοι του, ο ρυθμός πληρώσεως της αγγείων πιέζοντας τα δάκτυλα στις άκρες των νυχιών του, ο βαθμός πληρώσεως των περιφερικών φλεβών, ο ρυθ μός και η ποιότητα του σφυγμού και της αναπνοής, ο όγκος των αποβαλλομένων ούρων. Η υπόταση μπορεί να είναι ένα από τα τελευταία σημεία του shock και μπορεί να είναι παρούσα ακόμη κι όταν η αρτηριακή πίεση είναι φαινομενικά κανονική.


Δ) Στις πάρα πολύ σοβαρές αντιδράσεις συνήθως προκαλείται σοβαρή υπόταση και αγγειοκινητική κατέρρειψη. Αφού τοποθετηθεί ο ασθενής σε ύπτια θέση αρχίζει η χορήγηση υγρών, ενδοφλεβίως και υποκατάστατων του πλάσματος. Η επινεφρίνη μπορεί να χορηγηθεί ενδοφλεβίως για να ανεβάσει και να διατηρήσει ανεβασμένη την αρτηριακή πίεση.



Αρχικά συνιστάται να χορηγηθεί 0,1 mg (0,1 ml) από το υδατικό διάλυμα επινεφρίνης 1:1000, το οποίο έχει αραιωθεί σε 10 ml φυσιολογικού ορού. Το νέο διάλυμα εγχέεται ενδοφλεβίως μέσα σε χρονικό διάστημα 5-10 λεπτών. Τούτο ακολουθείται από ενδοφλέβια έγχυση επινεφρΐνης, αφού διαλυθεί 1 mg (1 ml) του υδατικού διαλύματος 1:1000 σε 500 ml D5W και με ρυθμό εγχύσεως 0,5-5 μg (0,25-2,5 ml/min) [11, 16].
Η γρήγορη ενδοφλέβια ένεση αδρεναλίνης (1:1000) έχει σχετιστεί με οξεία υπέρταση και ενδεγκεφαλική αιμορραγία. Η δόση επινεφρίνης 1:10.000 μπορεί να επαναληφθεί μετά από 5-10 λεπτά.

 

Εφόσον υπάρχει διαθέσιμη η στρατιωτική anti shock στολή (MAST), μπορεί να εφαρμοστεί. Η Στρατιωτική Αντισοκ Στολή [Μilitary Antishock Trouser (MAST)]  είναι ένα ένδυμα σχεδιασμένο με τρόπο που να διορθώνει την εσωτερική αιμορραγία  και υποογκαιμία (χαμηλός όγκο αίματος),  εφαρμόζοντας  αντίθλιψη γύρω από τα σκέλη και την κοιλιά. Αυτή η πίεση δημιουργεί μια τεχνητή περιφερική αντίσταση  και βοηθάει στη διατήρηση της αιματάρδευσης των στεφανιαίων αγγείων της καρδιάς.

 

Η σοβαρή υπόταση του αναφυλακτικού shock μπορεί να οφείλεται σε αγγειοδιαστολή, υποογκαιμία από απώλεια υγρών, ανεπάρκεια του μυοκαρδίου (σπανίως) ή το συνδυασμό των παραπάνω. Η καθεμία από αυτές τις αιτίες ξεχωριστά έχει και ειδική θεραπεία και συχνά η θεραπεία του ενός επιδεινώνει τα άλλα.

 

Οι κλινικές παρατηρήσεις θα πρέπει να συμπληρώνονται από μετρήσεις της κεντρικής φλεβικής πίεσης (ΚΦΠ). Η μέτρηση της ΚΦΠ είναι εξαιρετικά χρήσιμος οδηγός για την επάρκεια της φλεβικής επιστροφής στη δεξιά καρδία. Η φυσιολογική καρδιά ανταποκρίνεται στη φλεβική επιστροφή με αύξηση του όγκου παλμού. Όταν ο ρυθμός της επιστροφής υπερβαίνει την ικανότητα της αντλίας, επακολουθεί καρδιακή ανεπάρκεια και αυξάνει η πίεση του κεντρικού φλεβικού συστήματος.


Είναι δυνατόν να τοποθετηθεί ένας πλαστικός καθετήρας από CVP (Intracath No. 14 για ενήλικους και No. 17 για παιδιά) στην άνω κοίλη φλέβα ή τον δεξιό κόλπο μέσω της βασιλικής ή έξω σφαγίτιδας φλέβας.

Με τη βοήθεια τριοδικής ή τετραοδικής στρόφιγγας ο καθετήρας συνδέεται

α) Με μια πηγή χορήγησης υγρών,

β) Ένα απλό κάθετο μανόμετρο βαθμολογημένο με cm στήλης ύδατος (π.χ. ένα μανόμετρο εγκεφαλονωτιαίου υγρού).

ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΦΛΕΒΙΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ


0-5 cm στήλης ύδατος:
Υποογκαιμία (απαιτούνται υγρά).

6-12 cm στήλης ύδατος: Πιθανή υποογκαιμία (ελέγχονται τα αποδαλλόμενα ούρα και τα κλινικά σημεία).  

Άνω των 15 cm στήλης ύδατος: Πιθανή η καρδιακή ανεπάρκεια (17).

Το σημείο μηδέν (0) του μανομέτρου πρέπει να βρίσκεται στο ύψος του δεξιού κόλπου.


Οι φυσιολογικές τιμές για την κεντρική φλεβική πίεση βρίσκονται μεταξύ των 7 και 15 cm στήλης ύδατος. Σ' αυτή την περίπτωση μετράμε την Κεντρική Φλεβική Πίεση και την πίεση του αριστερού κόλπου. Μ' αυτό τον τρόπο μπορεί κανείς να καθορίσει, αν χρειάζεται επιπρόσθετη χορήγηση υγρών και αν η καρδιά μπορεί να ανταπεξέλθει σ' αυτή τη φόρτιση.


Η μέτρηση της ΚΦΠ ενδείκνυται να γίνει οποτεδήποτε κάποιος είναι αβέβαιος για τη σχέση μεταξύ του όγκου του αίματος που κυκλοφορεί και την ικανότητα αντλίας της καρδιάς (Εικ. 17).


Μια χαμηλή ΚΦΠ, μεταξύ 0 και 5 cm ύδατος και μια κανονική αριστερή κολπική πίεση αποτελούν ένδειξη περιφερικής αγγειοδιαστολής, υποογκαιμίας και ανάγκη χορήγησης υγρών. Η αγγειοδιαστολή πρέπει να ανταποκριθεί στην επινεφρίνη (η οποία θα καθυστερήσει επίσης την απώλεια των ενδαγγειακών υγρών).

 

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ Στ΄ΜΕΡΟΣ

Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αντιγραφή και χρήση του στο διαδίκτυο ή οποιοδήποτε άλλο έντυπο μέσο, εκτός και αν ζητηθεί έγγραφη άδεια από τον ιδιοκτήτη της παρούσας ιστοσελίδας.