. Allergopedia

Διαταραχές της όσφρησης και γεύσης σε παιδιά με υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων

Κωνσταντινίδης Ιορδάνης [Δρ]
Ιατρός, ΩΡΛ, Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη Ρινολογία, Παθήσεις σιελογόνων αδένων, ΩΡΛ Ογκολογία, Χειρουργική Κεφαλής και Τραχήλου,Υπεύθυνος μονάδας έρευνας και αντιμετώπισης των διαταραχών της όσφρησης και της γεύσης, Νοσ. Παπαγεωργίου Θεσσαλονίκης.
Τριαρίδης Στέφανος
Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Επίκουρος Καθηγητής Ωτορινολαρυγγολογίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ , Θεσσαλονίκη
Τριαρίδης Αθανάσιος (1966-3013)
[†] Ιατρός Ωτορινολαρυγγολόγος, Θεσσαλονίκη
Πετρόπουλος Ιωάννης
Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος / Στρατιωτικος ιατρός, Υπ. Διδάκτορας Τμήματος Ιατρικής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου ,Fellow of European Academy of Facial Plastic Surgery, Λάρισα (Κούμα 21, 1ος όροφος) Τηλ.: 2410 237547, Fax: 2410 237547 Κιν.: 6977 483533 .(JavaScript must be enabled to view this email address) http://www.petropoulosmd.gr
Κόντζογλου Γεώργιος
Ωτορινολαρυγγολόγος, τ. Διευθυντής της ΩΡΛ Κλινικής του Νοσοκομείου Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης

Διαταραχές της όσφρησης και γεύσης σε παιδιά με υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων

Σκοπός: Η παρούσα μελέτη εξετάζει την οσφρητική ικανότητα ασθενών με χρόνια ρινική παθολογία σε παιδιά και ενήλικες πριν και μετά την χειρουργική θεραπεία τους.

Συγκεκριμένα μελετώνται αλλαγές της ορθορρινικής και οπισθορινικής όσφρησης σε μια ομάδα παιδιών που έπασχαν από υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων πριν και μετά την αδενοτομή σε σύγκριση με ομάδα υγιών παιδιών της ίδιας ηλικίας.

Επίσης εξετάζονται οι αλλαγές της ορθορινικής όσφρησης πριν και μετά την χειρουργική επέμβαση, και συσχετίζονται με τα απεικονιστικά ευρήματα σε αξονική τομογραφία και τα ιστολογικά ευρήματα βιοψιών οσφρητικού βλεννογόνου σε μια ομάδα ενηλίκων οι οποίοι πάσχουν από χρονία ρινοκολπίτιδα με πολύποδες.

Υλικό - Μέθοδοι: Συνολικά 35 παιδιά με υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων εξετάσθηκαν προεγχειρητικά. Η ομάδα ελέγχου αποτελούνταν από 30 υγιή παιδιά. Ο προεγχειρητικός έλεγχος περιελάμβανε πλήρες ιστορικό, ΩΡΛ εξέταση, ακτινολογικό έλεγχο του επιφάρυγγα και έλεγχο της όσφρησης με δύο ειδικά τέστ, ένα για την ορθορινική (Sniffin sticks, 12 items kit) και ένα για την οπισθορινική όσφρηση (12 odorized powders, Dresden Medical school).

Τα ίδια τέστ χρησιμοποιήθηκαν και στον μετεγχειρητικό έλεγχο 3 μήνες μετά το χειρουργείο. Ο βαθμός ανάπτυξης των παιδιών υπολογίστηκε με βάση τον δείκτη σωματικής μάζας (ΒΜΙ).

Η μελέτη περιλαμβάνει επίσης 31 ενήλικες με χρονία ρινοκολπίτιδα και πολύποδες οι οποίοι εξετάσθηκαν πριν και τουλάχιστον ένα έτος μετά το χειρουργείο με το Sniffin sticks τεστ. Η σταδιοποίηση της νόσου στον προεγχειρητικό ακτινολογικό έλεγχο με αξονική τομογραφία έγινε με τα συστήματα Lund - Mackay και Nasal Segmentation κατά Damm.

Η υποκειμενική αντίληψη της οσφρητικής δυσλειτουργίας και της ρινικής απόφραξης καταγράφηκαν με την βοήθεια μιας οπτικής κλίμακας με βαθμολόγηση από 0 έως 100.

Από 28 ασθενείς ελήφθησαν βιοψίες οσφρητικού βλεννογόνου οι οποίες μελετήθηκαν με ανοσοϊστοχημεία και ηλεκτρονικό μικροσκόπιο.

Αποτελέσματα: Στα παιδιά με υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων τόσο η ορθορινική όσο και η οπισθορινική όσφρηση βρέθηκε να έχουν σημαντική πτώση προεγχειρητικά σε σχέση με την ομάδα ελέγχου.

Η διαφορά στην οπισθορινική όσφρηση μεταξύ των δύο ομάδων ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από αυτή στην ορθορινική όσφρηση. Το μέγεθος των αδενοειδών εκβλαστήσεων στον απεικονιστικό έλεγχο βρέθηκε να έχει σημαντική αρνητική συσχέτιση με τα αποτελέσματα της οπισθορινικής όσφρησης.

Στον μετεγχειρητικό έλεγχο τρείς μήνες μετά το χειρουργείο παρατηρήθηκε σημαντική βελτίωση τόσο στην ορθορινική όσο και στην οπισθορινική όσφρηση. Η επέμβαση είχε μεγαλύτερη επίδραση στα αποτελέσματα της οπισθορινικής όσφρησης.

Ο υπολογισμός του δείκτη σωματικής μάζας έδειξε ότι η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων δεν επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη των παιδιών με 32 από τα 35 παιδιά να είναι ευτροφικά.

Μετεγχειρητικά η αύξηση του δείκτη σωματικής μάζας ήταν της τάξεως του 3% και αφορούσε το σύνολο της ομάδας των ασθενών.

Στους ενήλικες η μειωμένη προεγχειρητικά οσφρητική λειτουργία με βάση το οσφρητικό τέστ βρέθηκε να σχετίζεται με την παρουσία νόσου σε συγκεκριμένες περιοχές της ρινικής κοιλότητας.

Συγκεκριμένα παρουσία νόσου στην οσφρητική σχισμή επηρεάζει σημαντικά την οσφρητική ικανότητα. Επίσης νόσος στο οπίσθιο τμήμα του μέσου ρινικού πόρου μπορεί να τροποποιήσει το ρεύμα αέρα προς την οσφρητική περιοχή. Σημαντική συσχέτιση βρέθηκε μεταξύ των προεγχειρητικών αποτελεσμάτων του οσφρητικού τέστ και της σταδιοποίησης κατά Lund - Mackay.

Η αυξημένη προεγχειρητικά υποκειμενική βαθμολόγηση των συμπτωμάτων βρέθηκε επίσης να έχει σημαντική συσχέτιση με την παρουσία νόσου στις ίδιες περιοχές της ρινικής κοιλότητας όπως βρέθηκε για το οσφρητικό τέστ

Η ανάλυση των αποτελεσμάτων του οσφρητικού τέστ ξεχωριστά για κάθε οσμηγόνο ουσία έδειξε ότι η πτώση της οσφρητικής ικανότητας δεν είναι ομοιόμορφη.

Μετεγχειρητικά η οσφρητική ικανότητα βελτιώθηκε σημαντικά στα αποτελέσματα του οσφρητικού τέστ (47.6%) αλλά και στην υποκειμενική βαθμολόγηση της οσφρητικής δυσλειτουργίας.

Η σχετική εκατοστιαία βελτίωση των οσφρητικών αποτελεσμάτων τόσο του τέστ όσο και της υποκειμενικής βαθμολόγησης βρέθηκαν να έχουν συσχέτιση στην κατά Damm σταδιοποίηση με την παρουσία νόσου προεγχειρητικά μόνο στον πρόσθιο άνω ρινικό πόρο, ενώ καμία συσχέτιση δεν βρέθηκε με την σταδιοποίηση κατά Lund - Mackay.

Η ιστολογική εκτίμηση των βιοψιών του οσφρητικού επιθηλίου ανέδειξε την παρουσία οσφρητικών κυττάρων σε 9 βιοψίες. Οι παθολογικές μεταβολές του οσφρητικού επιθηλίου που παρατηρήθηκαν περιελάμβαναν αντικατάσταση του από αναπνευστικό επιθήλιο ή επιθήλιο μεταπλασίας, έλλειψη της οργάνωσης σε ζώνες των κυτταρικών πυρήνων και ρήξεις στην επιφάνεια του επιθηλίου.

Στην μεγάλη πλειοψηφία των βιοψιών παρατηρήθηκε μετρίου ή σοβαρού βαθμού φλεγμονώδης διήθηση. Το στάδιο της φλεγμονής σχετίζεται με τα προεγχειρητικά αποτελέσματα του οσφρητικού τέστ.

Συμπεράσματα: Τα παιδιά με υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων έχουν μειωμένη ικανότητα να αναγνωρίζουν οσμές από τον αέρα ή από το φαγητό.

Η οπισθορινική όσφρηση φαίνεται να είναι περισσότερο επηρεασμένη σε αυτά τα παιδιά γεγονός που ενδεχόμενα επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα ζωής τους.

Η οσφρητική δυσλειτουργία στους ασθενείς με ρινικούς πολύποδες παρουσιάζει σημαντική συσχέτιση με την παρουσία νόσου με συγκεκριμένες περιοχές της ρινικής κοιλότητας γεγονός που πρέπει να εξηγείται στους ασθενείς πριν την χειρουργική επέμβαση.

Τα ποσοστά αναγνώρισης οσμών παρουσιάζουν ανομοιομορφία με άλλες οσμές να εμφανίζονται ευαίσθητες και άλλες ανθεκτικές στην νόσο. Η σταδιοποίηση κατά Lund - Mackay αποτελεί χρήσιμο προεγχειρητικό εργαλείο αλλά δεν έχει την δυνατότητα πρόβλεψης του μετεγχειρητικού αποτελέσματος όσον αφορά την όσφρηση σε βάθος χρόνου.

Οι παθολογικές αλλαγές του επιθηλίου περιλαμβάνουν αποδόμηση της οργάνωσης του οσφρητικού επιθηλίου και αντικατάσταση του από αναπνευστικό ή επιθήλιο μεταπλασίας.

Η παρουσία φλεγμονώδους διήθησης είναι άμεσα σχετιζόμενη με την παθολογία του οσφρητικού επιθηλίου
Konstantinidis I, Triaridis S, Triaridis A, Petropoulos I, Karagiannidis K, Kontzoglou G. How do children with adenoid hypertrophy smell and taste? Clinical assessment of olfactory function pre- and post-adenoidectomy. Int J Pediatr Otorhinolaryngol. 2005 Oct;69(10):1343-9.

Το παρόν άρθρο προστατεύεται από το νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η μερική ή ολική αντιγραφή και χρήση του στο διαδίκτυο ή οποιοδήποτε άλλο έντυπο μέσο, εκτός και αν ζητηθεί έγγραφη άδεια από τον ιδιοκτήτη της παρούσας ιστοσελίδας.